- αναδαμαλισμός
- ο повторная прививка оспы
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αναδαμαλισμός — ο επανάληψη του εμβολιασμού κατά της βλογιάς: Διατάχθηκε ο αναδαμαλισμός των μαθητών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αναδαμαλισμός — Η επανάληψη του εμβολιασμού κατά της ευλογιάς, που είναι απαραίτητη εξαιτίας της περιορισμένης διάρκειας της προφυλακτικής δύναμης του πρώτου δαμαλισμού. Οι αντιδράσεις που παρουσιάζει εκείνος που αναδαμαλίζεται είναι η ανάπτυξη μικρής βλατίδας… … Dictionary of Greek
ευλογία — Οξεία λοιμώδης και μεταδοτική νόσος με επιδημικό χαρακτήρα και με βαριά γενικά συμπτώματα και δερματικές εκδηλώσεις (φλύκταινες). Παρατηρείται φυλετική προδιάθεση προς τη μαύρη φυλή. Η ε. (γνωστή από τους αρχαιότατους χρόνους στους λαούς της… … Dictionary of Greek